αιματοκυλίζομαι

αιματοκυλίζομαι
αιματοκυλίζομαι, αιματοκυλίστηκα βλ. πίν. 34

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αιματοκυλιέμαι — αιματοκυλιέμαι, αιματοκυλίστηκα βλ. πίν. 173 και πρβλ. αιματοκυλίζομαι …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”